ἐπάνθημα

ἐπάνθημα
ἐπάνθημα
efflorescence
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • επάνθημα — το (Α ἐπάνθημα) [επανθώ] νεοελλ. (ορυκτ.) λεπτό απόθεμα ορυκτής ουσίας πάνω στην επιφάνεια πετρώματος αρχ. 1. αυτό που βρίσκεται στην επιφάνεια σαν άνθος, το καλύτερο μέρος ενός πράγματος, ο ανθός, το κόσμημα («γέλως ὥσπερ τι ἐπάνθημα ὑπάρχων»,… …   Dictionary of Greek

  • ἐπανθημάτων — ἐπάνθημα efflorescence neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπανθήμασι — ἐπάνθημα efflorescence neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπανθήματα — ἐπάνθημα efflorescence neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπανθήματι — ἐπάνθημα efflorescence neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπανθήματος — ἐπάνθημα efflorescence neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επάνθισμα — το (Α ἐπάνθισμα) [επανθίζω] νεοελλ. (ορυκτ.) επάνθημα, λεπτό απόθεμα ορυκτών ουσιών πάνω στην επιφάνεια τού εδάφους αρχ. 1. αυτό που βρίσκεται πάνω πάνω σαν άνθος 2. τα φιλοδωρήματα που προσέφεραν στους ιερείς, τα «τυχερά» …   Dictionary of Greek

  • επίφλεγμα — ἐπιφλεγμα, τὸ (Α) [επιφλέγω] φλόγωση στην επιφάνεια «ὥσπερ τι ἐπάνθημα ὑπάρχων καὶ ἐπίφλεγμα μέχρι προσώπου τῆς διαθέσεως [ὁ γέλως]», Ιάμβλ.] …   Dictionary of Greek

  • Θυμαρίδας — (6ος αι. π.Χ.). Μαθηματικός από την Πάρο. Θεωρείται ένας από τους πρώτους μαθητές του Πυθαγόρα στον Κρότωνα της Μεγάλης Ελλάδας. Ο νεοπλατωνικός συγγραφέας Ιάμβλιχος αναφέρει στην πραγματεία του Περί της Νικομάχου αριθμητικής εισαγωγής και μια… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”